Ένας από τους αρχιτέκτονες του Σχεδίου Β, ο πρώην Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, κ. Πανίκος Δημητριάδης, παραδέχεται στο άρθρο του Μαρτίου του 2016: :«Πολιτική οικονομία μιας τραπεζικής κρίσης στη ευρωζώνη», ότι ο στόχος του «κουρέματος» μόνον σε καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ ετέθη ειδικά για να "επιβάλει ζημίες σε ξένους επενδυτές…» Επίσης, με υπερηφάνεια αναφέρει στην παρουσίαση 9ης Μαρτίου 2013της ετήσιας έκθεσης της CBC για το 2012 της "πιο θετική πλευρά" του «κουρέματος» ότι: «το 70% της αξίας των καταθέσεων που απαλλοτριώθηκαν αφορούσε ξένους κατοίκους, όπως οι Έλληνες υπήκοοι," αφήνοντας έτσι ανεπηρέαστα τα κυπριακά νοικοκυριά και επιχειρήσεις...»
Σε αυτό το έγγραφο της CBC, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας κ. Δημητριάδης αναγνωρίζει ότι είναι ευθύνη της Κύπρου να παρέχει προστασία των καταθέσεων ειδάλλως να φέρει το βάρος όταν αυτό το σύστημα προστασίας των καταθέσεων αποτυγχάνει. Αναδεικνύει επίσης ότι η Κύπρος μεταβίβασε αυτό το βάρος για να αποφύγει την «υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας να αποπληρώσει τα ασφαλισμένα ποσά της Λαϊκής Τράπεζας ύψους € 6,4 δισ.»
Εστάλη μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τη Νομική Υπηρεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας προς το ΔΝΤ εξηγώντας, μετά την απόρριψη του Σχεδίου Α στις 19 Μαρτίου 2013, ότι η εφαρμογή του «κουρέματος κεφαλαίων» στο Σχέδιο Β «σε μη κατοίκους» (π.χ. Έλληνες) θα ήταν «νομικά προβληματική με πολλούς τρόπους» και ότι «φαίνεται πολύ πιθανό» ότι παραβιάζει τις Διμερείς Συμφωνίες Επενδύσεων της Κύπρου, οι οποίες απαιτούν ένα απαλλοτριωτικό μέτρο όπως το Σχέδιο Β «να συνοδεύεται από άμεση αποτελεσματική και ολοκληρωτική αποζημίωση».
Στην δια επιστολή προς τον Δικηγορικό Σύλλογο της Κύπρου, η ίδια η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου παραδέχεται ότι κάθε “κούρεμα” είναι αντισυνταγματικό και ότι κάθε προσπάθεια να αρνηθεί κανείς ότι παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα «δεν μπορεί να τύχει αξίζει σοβαρής εκτίμησης».
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, υπόσχεται στην δημόσια τηλεόραση ότι ποτέ δεν θα επιβάλει κούρεμα στις καταθέσεις. (Αγγλική μεταγραφή)
Σε αυτό την επίσημο Εγγραφή Τοποθέτηση της Κυπριακής Κυβέρνησης, το Υπουργείο Οικονομικών παραδέχεται ότι «δεν είναι δίκαιο» οι ομολογιούχοι της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου ότι «έπρεπε να υποστούν κούρεμα λόγω λανθασμένων αποφάσεων» της Κυπριακής Κυβέρνησης και προσφέρεται να αποζημιώσει τους ομολογιούχους με την αγορά των ομολόγων τους για € 1,9 δισ., ανταλλάσσοντάς τα με κρατικά ομόλογα που μπορούν να εξοφληθούν το 2018. Επίσης, αντιλαμβάνεται ότι πιθανότατα θα χάσει οποιεσδήποτε επακόλουθες αγωγές εναντίον της ούτως ή άλλως.
Σε αυτό το έγγραφο, η Κύπρος παραδέχεται ότι οι ανάγκες κεφαλαίου της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου (που η Κύπρος χρησιμοποίησε ως δικαιολογία για να αναλάβει τον έλεγχο των τραπεζών) δεν «προέκυψαν [από] επικίνδυνες εμπορικές στρατηγικές» των τραπεζών.
Τα αποσπάσματα από την Έκθεση της Επιτροπής Πική της 28ης Σεπτεμβρίου 2013 αναδεικνύουν ότι ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας κ. Π. Δημητριάδης αναγνώρισε ότι «η Τράπεζα Κύπρου δεν είχε ανάγκη στήριξης» και ότι μέχρι την πώληση των ελληνικών δραστηριοτήτων της στην Τράπεζα Πειραιώς στις 26 Μαρτίου 2013, (και επομένως όταν ο Διοικητής της ΚτΚ κ. Δημητριάδης και ο Υπουργός Οικονομικών ενέταξαν την Τράπεζα Κύπρου σε αναδιάρθρωση στις 25 Μαρτίου 2013), η Τράπεζα Κύπρου ήταν στην πραγματικότητα φερέγγυα.
Το έγγραφο αυτό αναδεικνύει ότι η Κύπρος σκόπευε ήδη από καιρό να θέσει την Λαϊκή και την Τράπεζα Κύπρου σε αναδιάρθρωση στις 18 Μαρτίου 2013, μια ημέρα πριν το σχέδιο Α (το οποίο σχεδιάστηκε για να σώσει και τις δύο τράπεζες), διότι, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «η έγκριση της Πρότασης Νόμου περί Εξυγίανσης ως μέρος του Σχεδίου Β μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για διευκόλυνση της πώλησης στην Ελλάδα».
Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας κ. Δημητριάδης, παραδέχεται στο πρόσφατο βιβλίο του ότι ο ίδιος και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδης ήξεραν ότι η υγιής Τράπεζα της Κύπρου θα υποστεί επίσης βαρύτατες οικονομικές συνέπειες στην κατατεθείσα προς ψήφιση Πρόταση Νόμου, αλλά εσκεμμένα δεν ενημέρωσε το Κοινοβούλιο όταν ζητήθηκε από αυτό να υπερψηφίσει επειγόντως την Πρόταση Νόμου που δίνει στην Κεντρική Τράπεζα εξουσίες εξυγίανσης.
Η ανάλυση της ΕΚΤ δείχνει ότι η μετατροπή των ελληνικών υποκαταστημάτων της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου σε θυγατρικές θα μετριάσει επαρκώς τον κίνδυνο μετάδοσης που προκύπτει από πιθανή λύση των τραπεζών. Αλλά το πρόβλημα ήταν ότι η μετατροπή θα έπρεπε πρώτα να εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Το έγγραφο αυτό αποκαλύπτει ότι ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας κ. Δημητριάδης δεν είχε συζητήσει μόνο τη μετατροπή των Ελληνικών Υποκαταστημάτων της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου σε θυγατρικές εταιρείες με τον Έλληνα συνάδελφό του το 2012, αλλά είχε πάρει και την άδειά του ήδη από τον Ιούνιο του 2012 - αποδεικνύοντας με σαφήνεια ότι η λεγόμενη «κατεπείγουσα-πώληση» των τραπεζικών εργασιών στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2013 με ζημία ύψους €3,4 δισ. είχε προετοιμαστεί εδώ και πολύ και δεν υπήρξε κανένα μέτρο έκτακτης ανάγκης.
+30 210-3633104 This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.